Στα πλαίσια της έκθεσης Industry.tec / Βιομηχανικός εξοπλισμός και του Industry.tec Forum, πραγματοποιήθηκε ειδικό workshop για την οργάνωση της βιομηχανίας στην εποχή της ψηφιακής και πράσινης μετάβασης.
Στο συγκεκριμένο πάνελ αναδείχθηκαν ευκαιρίες και προκλήσεις για την ανάπτυξη και εξετάστηκε η σχέση μεταξύ των διαδικασιών χωρικού σχεδιασμού και των δυνατοτήτων ανάπτυξης του τομέα της βιομηχανίας υπό τις σύγχρονες προκλήσεις της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
Πιο συγκεκριμένα, αναλύθηκαν τα οργανωτικά και αδειοδοτικά πλεονεκτήματα των οργανωμένων υποδοχέων, και παρουσιάστηκαν τα σύγχρονα εργαλεία που μπορεί να αξιοποιήσει ένας επενδυτής για τη χωροθέτηση μίας βιομηχανικής εγκατάστασης. Επίσης, διατυπώθηκαν προτάσεις για το πώς μπορεί να επιτευχθεί καλύτερος συντονισμός για την ανάπτυξη της βιομηχανίας.
Παρακάτω παραθέτονται τα συμπεράσματα από τις παρεμβάσεις των ομιλητών που συμμετείχαν στο σχετικό πάνελ.
Λαϊνάς Γιάννης
Senior Advisor Τομέα Επιχειρηματικού Περιβάλλοντος και Ρυθμιστικών Πολιτικών ΣΕΒ
Για τον ΣΕΒ ο χωρικός σχεδιασμός κατέχει σημαντική θέση μεταξύ των παραγόντων που επιδρούν στη διαμόρφωση του αναπτυξιακού μοντέλου της χώρας. Μέσα από τον καθορισμό χρήσεων γης, όρων και περιορισμών στη δόμηση και άλλων παραμέτρων που συνδιαμορφώνουν το δομημένο περιβάλλον, ο πολεοδομικός και χωροταξικός σχεδιασμός επηρεάζει άμεσα ή έμμεσα την οργάνωση και την ένταση της ανάπτυξης των μεταποιητικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Ταυτόχρονα, το είδος και το επίπεδο των υποδομών και εξυπηρετήσεων που κατασκευάζονται κατά την πολεοδομική διαρρύθμιση ή αναβάθμιση των περιοχών που προορίζονται για μεταποιητικές δραστηριότητες, επηρεάζουν καθοριστικά τις προοπτικές του τομέα και την ελκυστικότητα των περιοχών.
Σήμερα, το ζήτημα της εγκατάστασης της βιομηχανίας στο χώρο εξακολουθεί να απασχολεί τόσο υφιστάμενες όσο και νέες δραστηριότητες που επιθυμούν να αναπτυχθούν σε κατάλληλες περιοχές, σε σχετικά σύντομους χρόνους και κυρίως με ασφάλεια δικαίου. Οι δυσκαμψίες των αδειοδοτικών διαδικασιών και οι διαχρονικές παθογένειες του χωρικού σχεδιασμού εξακολουθούν να αποτελούν ανασταλτικό παράγοντα για επενδύσεις ιδίως στον τομέα της μεταποίησης.
Με αφορμή την υλοποίηση του φιλόδοξου προγράμματος για τη χωροταξική και πολεοδομική μεταρρύθμιση της χώρας και την ολοκλήρωση του χωρικού σχεδιασμού που εκκίνησε με την ψήφιση του ν.4759/2020, διοργανώθηκε το Νοέμβριο στο πλαίσιο του 1ου Industry.tec Forum Εργαστήριο με θέμα: «Η οργάνωση της βιομηχανίας στο χώρο στην εποχή της μετάβασης. Ευκαιρίες και προκλήσεις για την ανάπτυξη».
Βασικό συμπέρασμα είναι ότι τα τελευταία έτη καταβάλλονται σημαντικές προσπάθειες για τη διαμόρφωση ενός ευνοϊκού πλαισίου για την εγκατάσταση βιομηχανικών δραστηριοτήτων. Η ακαμψία ωστόσο των χωρικών δομών δεν επιτρέπει μία ριζική, ενιαία και άμεση υπέρβαση των διαχρονικών προβλημάτων. Χρειάζεται συνέχιση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών με υποστήριξη των υφιστάμενων εργαλείων σχεδιασμού όπως είναι το Ειδικό Πολεοδομικό Σχέδιο και ο θεσμός των βιομηχανικών υποδοχέων, παράλληλα με συμπληρωματικούς μηχανισμούς και κίνητρα για τον ταχύτερο μετασχηματισμό της χωρικής διάρθρωσης του τομέα της βιομηχανίας με επαρκείς υποδομές και εξυπηρετήσεις, στη βάση των σύγχρονων αρχών της βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης.
Γουργιώτης Ανέστης
Επίκουρος καθηγητής Χωρικού Σχεδιασμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Η βιομηχανική ανάπτυξη στην Ελλάδα εξελίχθηκε κυρίως με ad hoc χωροθέτηση κάθε μιας δραστηριότητας, χωρίς συνολική χωροταξική θεώρηση και οργάνωση, με μοναδικό κριτήριο την επιλογή οικοπέδου από τον επενδυτή. Αυτό οδήγησε σε μεγάλη διασπορά της βιομηχανικής δραστηριότητας στο σύνολο του χώρου, ακόμα και σε αγροτική γη, σε γη υψηλής παραγωγικότητας, σε αστικές και περιαστικές περιοχές.
Το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο Βιομηχανίας (ΕΧΠ-Β)
Το ΕΧΠ Βιομηχανίας αποτέλεσε σημείο-σταθμό για την οργάνωση και την ανάπτυξη του τομέα της μεταποίησης, αλλά με μεγάλη χρονική καθυστέρηση. Με τη θεσμοθέτησή του το 2009 επιχειρείται για πρώτη φορά η οργάνωση, ο συντονισμός και ο καθορισμός κανόνων για την ανάπτυξη των βιομηχανικών δραστηριοτήτων σε εθνική κλίμακα, σε μια όμως ήδη διαμορφωμένη κατάσταση περίπου 40 ετών.
Βασικό μέλημα του ΕΧΠ-Β ήταν η «αναστροφή του κλίματος» που επικρατούσε, η προώθηση οργανωμένων υποδοχέων και ο καθορισμός περιοχών για τη σημειακή χωροθέτηση βιομηχανικών δραστηριοτήτων, λαμβάνοντας υπόψη και τη νομολογία του ΣτΕ.
Με τη θεσμοθέτηση όμως μόνο του ΕΧΠ-Β δεν επιτυγχάνεται αυτομάτως το νέο χωρικό πρότυπο για την ανάπτυξη της βιομηχανίας. Απαιτείται επίσης η εναρμόνιση – εξειδίκευση των κατευθύνσεων του πλαισίου, τόσο με τις κατευθύνσεις των περιφερειακών χωροταξικών πλαισίων, όσο και με τις ρυθμίσεις των τοπικών πολεοδομικών σχεδίων. Η έλλειψη εναρμόνισης αποτελεί σημαντικό παράγοντα αβεβαιότητας για τον σχεδιασμό επενδύσεων και τη λειτουργία υφισταμένων επιχειρήσεων, προκαλώντας έτσι ανασφάλεια δικαίου και συχνά ακύρωση επενδύσεων.
Το έργο αναθεώρησης του ΕΧΠ-Βιομηχανίας
Σήμερα και μετά από 14 χρόνια εφαρμογής το ΕΧΠ Β βρίσκεται σε αναθεώρηση. Το νέο Πλαίσιο αναμένεται να λάβει υπόψη του τις σύγχρονες προκλήσεις, οικονομικές, γεωπολιτικές κλπ. Να απαντήσει σε θέματα που αφορούν την κλιματική αλλαγή, να εμπλουτίσει τα κριτήρια για την χωροθέτηση νέων οργανωμένων υποδοχέων, να λάβει υπόψη του τις διατάξεις του Ν.4759/2020 για την εκτός σχεδίου δόμηση κλπ. Η χωροθέτηση των οργανωμένων υποδοχέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και η εξυγίανση των Άτυπων Βιομηχανικών Συγκεντρώσεων (ΑΒΣ) αποτελούν σημαντική προϋπόθεση για το νέο παραγωγικό προσανατολισμό της χώρας και παρέχουν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την προσέλκυση επενδύσεων.
Οι εξελίξεις που καταγράφονται την τελευταία δεκαετία στο θεσμικό πλαίσιο για την ανάπτυξη βιομηχανικών περιοχών στην Ελλάδα, παρά τις καθυστερήσεις και τα ειδικότερα προβλήματα που καταγράφονται στην υλοποίηση των αναπτυξιακών και χωρικών πολιτικών, φαίνεται ότι έχουν συμβάλει στην υιοθέτηση σύγχρονων κανόνων και όρων για την οργανωμένη ανάπτυξη. Οι σύγχρονες χωρικές πολιτικές περιέχουν μία σαφή μεταστροφή προς τη λεγόμενη οργανωμένη χωροθέτηση των επιχειρήσεων και ειδικότερα στους οργανωμένους υποδοχείς.
Μηχανισμοί παρακολούθησης και επικαιροποίησης
Η θεσμοθέτηση των ειδικών χωροταξικών πλαισίων, ο εκσυγχρονισμός του συστήματος χωρικού σχεδιασμού, το νέο θεσμικό πλαίσιο για τις στρατηγικές επενδύσεις, οι τροποποιήσεις του θεσμικού πλαισίου για τα επιχειρηματικά πάρκα, εκσυγχρονίζουν το επιχειρηματικό περιβάλλον και ανοίγουν το δρόμο για μία συνολική αξιολόγηση και επαναπροσδιορισμό των κατά περίπτωση εφαρμοζόμενων χωρικών και αναπτυξιακών πολιτικών.
Απαιτείται ωστόσο συνέχιση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών και δημιουργία υποστηρικτικών μηχανισμών, όπως είναι η θεσμοθέτηση παρατηρητηρίου για την παρακολούθηση των εξελίξεων στο χώρο, η θεσμοθέτηση χωρικών δεικτών για την αξιολόγηση (με μετρήσιμους όρους) της εφαρμογής και υλοποίησης των προτεινόμενων πολιτικών και, τέλος, μια μεγαλύτερη ευελιξία στην αναθεώρηση και επικαιροποίηση των ΕΧΠ.
Αναστάσιος Καμινάρης
Διευθυντής Τομέα Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Επιχειρηματικών Πάρκων
Τα τελευταία έτη, στο πλαίσιο των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών στα πεδία του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και προκειμένου να δοθούν λύσεις στα σύνθετα ζητήματα εγκατάστασης μεταποιητικών δραστηριοτήτων στο χώρο, έχουν θεσπιστεί ορισμένα ειδικά εργαλεία σχεδιασμού, τα οποία αξιοποιούνται ολοένα και περισσότερο από τις επιχειρήσεις. Τα εργαλεία αυτά έχουν ως βασική στόχευση την προάσπιση της ασφάλειας δικαίου τόσο υφιστάμενων όσο και νέων δραστηριοτήτων, μέσα από τον καθορισμό σαφών και σύγχρονων όρων χωρικής οργάνωσης και ανάπτυξης.
Το Ειδικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΕΠΣ)
Ειδικότερα, στο πλαίσιο της χωροταξικής μεταρρύθμισης, και μετά από διεργασίες ετών θεσπίζεται το Ειδικό Πολεοδομικό Σχέδιο (ΕΠΣ). Η βασική στόχευση αυτού του εργαλείου είναι να ορίζει χρήσεις γης, όρους δόμησης, καθώς και άλλους σχετικούς αναπτυξιακούς και οργανωτικούς όρους σε συγκεκριμένες εκτάσεις επιχειρηματικού –ή άλλου ενδιαφέροντος– οι οποίες σήμερα είτε δεν διαθέτουν σχεδιασμό, δηλαδή θεσμοθετημένες χρήσεις γης, είτε διαθέτουν παλαιωμένα σχέδια (30 και πλέον ετών) που δεν ανταποκρίνονται στα σύγχρονα αναπτυξιακά πρότυπα.
Δύο από τις σημαντικότερες θεσμικές καινοτομίες του συγκεκριμένου εργαλείου είναι ότι την πρωτοβουλία εκκίνησης του σχεδιασμού μπορεί να την αναλάβει ο ενδιαφερόμενος ιδιώτης επενδυτής, χωρίς να απαιτούνται σύνθετες γραφειοκρατικές διαδικασίες προκηρύξεων, αναθέσεων μελετών, και ότι το σχέδιο είναι χωρικά εντοπισμένο στην περιοχή ανάπτυξης του επιχειρηματικού σχεδίου, χωρίς δηλαδή να απαιτείται εξαρχής σχεδιασμός της έκτασης της δημοτικής ενότητας ή του ΟΤΑ που περιλαμβάνεται στο σχέδιο.
Επιχειρηματικό Πάρκο Μεμονωμένης Μεγάλης Μονάδας
Ένα ακόμη πιο πρόσφατο εργαλείο, στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού της νομοθεσίας των οργανωμένων υποδοχέων (ν.4982/2022) αποτελεί το Επιχειρηματικό Πάρκο Μεμονωμένης Μεγάλης Μονάδας (ΕΠΜΜΜ).
Το ΕΠΜΜΜ προβλέφθηκε ως έννοια για πρώτη φορά στο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο της Βιομηχανίας το 2009, θεσπίστηκε μετά από 11 έτη με την ΚΥΑ 112239/1270 το 2020, ενώ εκσυγχρονίστηκε προσφάτως με την ΚΥΑ 18211 του 2023. Η βασική στόχευση του συγκεκριμένου εργαλείου είναι να μετασχηματίσει υφιστάμενες βιομηχανικές εγκαταστάσεις και εγκαταστάσεις εφοδιαστικής, καθώς και να χωροθετήσει νέες μονάδες που λόγω του μεγέθους τους απαιτούν ένα υψηλότερο επίπεδο οργάνωσης και ανάπτυξης με σύγχρονους όρους δόμησης, λειτουργίας, αλλά και διαχείρισης.
Ως ελάχιστη προϋπόθεση για την ίδρυση και ανάπτυξη του ΕΠΜΜΜ ορίζεται το κριτήριο της έκτασης. Για δραστηριότητες της Α1 περιβαλλοντικής υποκατηγορίας, η έκταση θα πρέπει να είναι τουλάχιστον 150 στρέμματα, ενώ για δραστηριότητες της Α2 τουλάχιστον 100 στρέμματα.
Επιχειρηματικό Πάρκο Εξυγίανσης
Δεδομένου ότι στο πλαίσιο των σύγχρονων προσεγγίσεων βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης των μεταποιητικών δραστηριοτήτων η προτεραιότητα δίδεται στο θεσμό της οργανωμένης χωροθέτησης, η πλέον πρόσφατη θεσμική εξέλιξη αφορά τα λεγόμενα Επιχειρηματικά Πάρκα Εξυγίανσης (ΕΠΕ). Η ανάπτυξη των ΕΠΕ πραγματοποιείται σε εκτάσεις που προηγουμένως έχουν αξιολογηθεί μέσω της διαδικασίας αναγνώρισής τους ως Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις (ΑΒΣ) ότι παρουσιάζουν πολεοδομικά, περιβαλλοντικά και συναφή προβλήματα, λόγω της απρογραμμάτιστης εγκατάστασης μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων και της απουσίας σχεδιασμού.
Η βασική θεσμική καινοτομία του συγκεκριμένου εργαλείου είναι ότι έρχεται να δώσει λύσεις σε σύνθετα κυκλοφοριακά, αναπτυξιακά και οργανωτικά προβλήματα σε περιοχές που έχουν ήδη διαμορφωθεί κατά το παρελθόν, και που σήμερα απαιτούν σύγχρονους όρους προκειμένου να μπορέσουν να μεταβούν σε ολοκληρωμένες δομές που θα υποστηρίζουν όλες τις διαστάσεις της βιώσιμης ανάπτυξης. Σήμερα είναι σε εξέλιξη σχεδιασμοί για την ανάπτυξη ΕΠΕ στα Οινόφυτα Βοιωτίας, καθώς και στο Καλοχώρι Θεσσαλονίκης.
Συμπερασματικά, το θεσμικό πλαίσιο προσφέρει σήμερα ολοκληρωμένες λύσεις στα σύνθετα ζητήματα χωροθέτησης και εγκατάστασης των μεταποιητικών και συναφών δραστηριοτήτων στο χώρο, τα οποία φάνταζαν ανυπέρβλητα στο πρόσφατο παρελθόν. Η αξιοποίηση και επιλογή των κατάλληλων κατά περίπτωση εργαλείων, καθώς και η αξιολόγηση των προϋποθέσεων με βάση την κείμενη νομοθεσία και τον θεσμοθετημένο σχεδιασμό, είναι ένα κρίσιμο ζήτημα στο οποίο θα πρέπει να δοθεί από τα πρώτα στάδια του επενδυτικού προγραμματισμού ιδιαίτερη βαρύτητα.
Μαίρη Νικολάου
Επικεφαλής Τμήματος Κανονιστικής Συμμόρφωσης, ΕΤΒΑ ΒΙ.ΠΕ.
Παρά τις διαφορετικές μορφές και τύπους, ο θεσμός των πάρκων αποτέλεσε ένα σύγχρονο μέσο για την ανάπτυξη των παραγωγικών δραστηριοτήτων. Αρχικά, η αποκλειστικότητα ανάπτυξης και εκμετάλλευσης οργανωμένων υποδοχέων ανήκε στην Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Ανάπτυξης (ΕΤΒΑ), μέσω του αρχικού νόμου 4458/1965, και αυτή μεταβλήθηκε με την ψήφιση του ν.2545/97, ο οποίος έδωσε τη δυνατότητα ανάπτυξης Βιομηχανικών και Επιχειρηματικών Περιοχών (ΒΕΠΕ) –των οργανωμένων υποδοχέων και από ιδιωτικούς φορείς. Ακολούθως, ο ν.3982/2011 που διαδέχτηκε μετά από σύντομο διάστημα το ν.2545/1997, εισήγαγε νέα δεδομένα, τα οποία στην παρούσα φάση έχουν διατηρηθεί αλλά με μεταβολές. Πλέον ο νόμος 4982/2022 αποτελεί το εν ισχύ θεσμικό πλαίσιο των Οργανωμένων Υποδοχέων Μεταποιητικών και Επιχειρηματικών Δραστηριοτήτων (Ο.Υ.Μ.Ε.Δ.) στην ελληνική επικράτεια.
Στο πλαίσιο αυτό ο θεσμός των οργανωμένων υποδοχέων διευρύνθηκε αρκετά και ορίστηκε πλέον στη σύγχρονη μορφή τους. Το βασικό στοιχείο είναι ότι πλέον έχει διευρυνθεί ο τομέας των επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων στα πάρκα, ακολουθώντας και την εξέλιξη των οικονομικών δραστηριοτήτων.
Οι υποδοχείς (Επιχειρηματικά Πάρκα) αποτελούν προ-αδειοδοτημένους χώρους. Αυτό σημαίνει ότι ο υποδοχέας έχει λάβει όλες τις απαιτούμενες περιβαλλοντικές και πολεοδομικές άδειες για να λειτουργήσει, οπότε και οι επιχειρήσεις μπορούν να εγκαθίστανται σε αυτούς με απλές αδειοδοτικές διαδικασίες, οι οποίες λαμβάνουν υπόψη το γενικό πλαίσιο και εξειδικεύουν ανάλογα με την παραγωγική διαδικασία και την επίδοση τους, όρους και προϋποθέσεις λειτουργίας τους. Το νέο πλαίσιο του ν.4982/2022 προβλέπει επιπλέον κίνητρα και διευκολύνει την έναρξη των επιχειρήσεων.
Απλοποίηση αδειοδότησης και επιχειρηματικά πάρκα
Τα βασικά οφέλη της εγκατάστασης σε ένα επιχειρηματικό πάρκο είναι οι αδειοδοτικές διευκολύνσεις, όπου πλέον, τόσο η υπαγωγή σε χαμηλότερη κατηγορία περιβαλλοντικής κατάταξης όσο και η απαλλαγή από άδεια λειτουργίας και ένταξη στο καθεστώς γνωστοποίησης αποτελούν σημαντικά εργαλεία προώθησης του επιχειρείν.
Άλλα οφέλη είναι τα άμεσα και έμμεσα οικονομικά κίνητρα που μπορεί να λάβει η επιχείρηση εντός των υποδοχέων, γεγονός που σε συνδυασμό με το ασφαλές και οργανωμένο επιχειρηματικό περιβάλλον εντός των επιχειρηματικών πάρκων δημιουργεί ισχυρή κινητροδότηση.
Το νομοθετικό πλαίσιο με την κατάργηση των οχλήσεων και τη δημιουργία ενός ενιαίου συστήματος κατάταξης των επιχειρήσεων αποτελεί ακόμα ένα σημαντικό πλεονέκτημα των υποδοχέων, που αναμένεται μετά και τις ειδικότερες ρυθμίσεις του ν.4982/2022 να ξεκαθαρίσει το αδειοδοτικό περιβάλλον. Φυσικά, εκτός από τα κίνητρα που παρέχει κατά την αδειοδότηση ο νόμος, δημιουργούνται και οι συνθήκες για την λειτουργική διευκόλυνση με ειδικότερες ρυθμίσεις, πολεοδομικού, φορολογικού και άλλου χαρακτήρα.
Κυκλική οικονομία και βιομηχανική συμβίωση
Η εξέλιξη του θεσμού των οργανωμένων υποδοχέων διεθνώς απέδειξε ότι η χωροθέτηση και τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από αυτήν, όταν συμβαίνει σε περιοχές που εκ των προτέρων έχουν σχεδιαστεί με συμβατές χρήσεις γης και βιώσιμους κανόνες ανάπτυξης, είναι ένας σημαντικός παράγοντας επιτυχίας.
Η ανάπτυξη συνεργειών μεταξύ επιχειρήσεων θεωρείται, όλο και πιο συχνά, ως λύση για να επιτευχθεί βιωσιμότητα. Προς αυτή την κατεύθυνση η συμβίωση μεταξύ βιομηχανιών, με στόχο την εξοικονόμηση ενέργειας υλικών και κόστους, μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τη λειτουργία των Πάρκων.
Στο σύστημα της συμβίωσης, οι βασικές και πρωταγωνιστικές έννοιες είναι η μείωση, η επαναχρησιμοποίηση και η ανακύκλωση, οι οποίες προσεγγίζουν την αποφυγή της χρήσης, τη μείωση της ανάγκης, την επαναχρησιμοποίηση του πόρου και την ανακύκλωση, ανάλογα με τις περιστάσεις, την τρέχουσα κατανόηση της ανάγκης και τις διαθέσιμες δυνατότητες μιας περιοχής. Για τον προσδιορισμό της έννοιας της βιομηχανικής συμβίωσης έχουν χρησιμοποιηθεί διαφορετικοί ορισμοί κατά τη διάρκεια των ετών, και όσο η έννοια της συμβίωσης προχωράει στο χρόνο, εμπλουτίζεται από νέα δεδομένα στη βιβλιογραφία.
Σε κάθε περίπτωση, μια πρώτη προσέγγιση ήταν ότι η βιομηχανική συμβίωση χαρακτηρίζεται ως «η διαδικασία κατά την οποία τα απόβλητα ή τα παραπροϊόντα μιας βιομηχανίας ή βιομηχανικής διεργασίας μετατρέπονται σε πρώτες ύλες για μία άλλη βιομηχανία».
Στη βάση αυτή, η συμβίωση δημιουργεί ένα διασυνδεδεμένο δίκτυο το οποίο και μιμείται τον τρόπο λειτουργίας των φυσικών συστημάτων. Κυρίως προσομοιάζει με τη φυσική διεργασία στην οποία η ενέργεια και οι πρώτες ύλες εντάσσονται σε μια διαρκή κυκλική διαδικασία ανακύκλωσης. Οι παράγοντες ανάπτυξης της βιομηχανικής συμβίωσης μπορούν να εξασκηθούν με επιτυχία σε πάρκα, καθώς αυτά διαθέτουν τις βασικές παραμέτρους εκδήλωσης των συνεργειών που απαιτούνται.
Κριτήρια ESG και επιχειρηματικά πάρκα
Οι αλλαγές στο διεθνές περιβάλλον αλλά και η ανάγκη των τοπικών οικονομιών επιβάλλουν μια σαφέστερη και αποτελεσματική σύνδεση των πάρκων με τα ζητήματα καινοτομίας και επιχειρηματικότητας. Στο πλαίσιο αυτό τα ESG κριτήρια αποτελούν μια σημαντική ευκαιρία για την ολοκληρωμένη οργάνωση. Κυρίως δημιουργείται η αντίστοιχη κουλτούρα, καθώς η εισαγωγή των ολοκληρωμένων κριτηρίων αποτελεί μια καινούρια πρακτική για την εταιρεία και το δυναμικό της.
Λουκάτος Ανδρέας
Γενικός Γραμματέας, Σύνδεσμος Βιομηχανιών Στερεάς Ελλάδας (ΣΒΣΕ)
Η χωροθέτηση βιομηχανικών και επιχειρηματικών υποδοχέων αποτελεί ένα κρίσιμο ζήτημα στο πλαίσιο του προγράμματος ολοκλήρωσης του χωροταξικού σχεδιασμού της χώρας.
Οργανωμένη και εκτός σχεδίου χωροθέτηση
Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, λόγω της απουσίας συγκεκριμένων κανόνων και κριτηρίων χωροθέτησης, υπήρξαν περιπτώσεις υποδοχέων που εγκαταστάθηκαν σε περιοχές χαμηλής ελκυστικότητας, μεταξύ άλλων λόγω γεωγραφικής απομόνωσης, ακατάλληλων προϋποθέσεων δόμησης εξαιτίας των τοπικών γεωμορφολογικών συνθηκών, και μειωμένης συνδεσιμότητας με δίκτυα και αναγκαίες εξυπηρετήσεις.
Από την άλλη πλευρά, την ίδια περίοδο καταγράφηκαν περιπτώσεις οργανωμένων υποδοχέων που λόγω της «επιτυχημένης» χωροθέτησής τους (εγγύτητα σε υποδομές, εξυπηρετήσεις, εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό κ.ο.κ.) αναπτύχθηκαν με ταχείς ρυθμούς και κατέγραψαν υψηλά ποσοστά κορεσμού, με αποτέλεσμα απουσία διαθέσιμης γης για την περαιτέρω υποστήριξη των αναπτυξιακών αναγκών της βιομηχανίας.
Τα παραπάνω βασικά χαρακτηριστικά οργάνωσης και χωροθέτησης της μεταποιητικής δραστηριότητας στην ελληνική επικράτεια, σε συνδυασμό και με άλλους –μη χωρικούς– παράγοντες οδήγησαν στην κυριαρχία του μοντέλου της εκτός σχεδίου ανάπτυξης, με αποτέλεσμα απρογραμμάτιστη ανάπτυξη σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από προβλήματα σε σχέση με τις προβλεπόμενες χρήσεις γης και απουσία κατάλληλων έργων υποδομής και άλλων αναγκαίων οργανωτικών προϋποθέσεων. Οι περιοχές αυτές δεν πολεοδομήθηκαν και δεν οργανώθηκαν από άποψη έργων υποδομής και θεσμοθετημένης λειτουργίας.
Οργάνωση Άτυπων Βιομηχανικών Συγκεντρώσεων
Χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιου τύπου «άναρχης» ανάπτυξης βιομηχανικών δραστηριοτήτων σε περιοχές χωρίς θεσμοθετημένες χρήσεις γης αποτέλεσαν τα Οινόφυτα Βοιωτίας. Να σημειωθεί ότι η ανάπτυξη της συγκεκριμένης συγκέντρωσης εξυπηρέτησε σε πρώτη φάση και άλλες πολιτικές –περιβαλλοντικές κυρίως– για την απομάκρυνση των μεταποιητικών δραστηριοτήτων από την Αττική.
Η απουσία ωστόσο ολοκληρωμένου σχεδιασμού, τόσο στην περίπτωση των Οινοφύτων όσο και στα παραδείγματα άλλων άτυπων βιομηχανικών συγκεντρώσεων που απαντώνται στην επικράτεια, όπως είναι το Καλοχώρι, είχε ως αποτέλεσμα τη σταδιακή ανάπτυξη δευτερογενών αρνητικών επιπτώσεων στην εύρυθμη οργάνωση και λειτουργία των επιχειρήσεων.
Παραδείγματος χάρη, η μη πολεοδόμηση έχει οδηγήσει σε προβληματική διαρρύθμιση των περιοχών (π.χ. απουσία διάνοιξης κατάλληλου οδικού δικτύου, κοινόχρηστων και κοινωφελών εξυπηρετήσεων κλπ.), απουσία βασικών έργων υποδομής (όπως είναι π.χ. δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης κλπ.), συγκρούσεις χρήσεων γης και άλλα περιβαλλοντικά προβλήματα.
Τα προβλήματα αυτά εντάθηκαν με τη σταδιακή συγκέντρωση επιχειρήσεων, με την πολιτεία να αναζητεί ειδικότερες λύσεις στο πλαίσιο των εφαρμοζόμενων χωρικών πολιτικών. Έτσι, το 2009 στο Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο (ΕΧΠ) της Βιομηχανίας προβλέπεται για πρώτη φορά η ανάγκη εξορθολογισμού και εξυγίανσης της χωροθέτησης της βιομηχανίας μέσω της δημιουργίας υποδοχέων εξυγίανσης προκειμένου να πολεοδομηθούν οι περιοχές που υφίστανται άτυπες συγκεντρώσεις βιομηχανικών μονάδων.
Εν συνεχεία, το 2011 ο ν.3982 για τα επιχειρηματικά πάρκα υλοποίησε την πρόβλεψη του ΕΧΠ Βιομηχανίας, θεσπίζοντας μεταξύ των διαφορετικών τύπων επιχειρηματικών πάρκων, το Επιχειρηματικό Πάρκο Εξυγίανσης (ΕΠΕ). Σύμφωνα με τα όσα προβλέφθηκαν, θα πρέπει να προηγηθεί η «αναγνώριση» της περιοχής που προορίζεται να οργανωθεί ως ΕΠΕ ως περιοχή που χρήζει περιβαλλοντικής ή λειτουργικής εξυγίανσης. Οι συγκεκριμένες περιοχές αποτελούν τις λεγόμενες Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις (ΑΒΣ).
Μέχρι σήμερα ως περιοχές ΑΒΣ έχουν αναγνωριστεί οι συγκεντρώσεις των Οινοφύτων Βοιωτίας και του Καλοχωρίου Θεσσαλονίκης, ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη ο σχεδιασμός για την οργάνωσή τους ως ΕΠΕ. Στις πλέον πρόσφατες θεσμικές αλλαγές, συγκαταλέγεται και ο εκσυγχρονισμός του θεσμικού πλαισίου για τα επιχειρηματικά πάρκα και η αντικατάσταση του τρίτου μέρους του ν.3982/2011 από τον ν.4982/2022, όπου ο θεσμός των ΕΠΕ διατηρείται με επιμέρους βελτιώσεις ως προς τους ειδικότερους όρους οργάνωσης, ανάπτυξης και λειτουργίας.
Το Βιομηχανικό Σχέδιο της Πράσινης Συμφωνίας και ενδυνάμωση του θεσμού των ΕΠΕ
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο καταγράφονται εξίσου σημαντικές εξελίξεις που επηρεάζουν το πλαίσιο οργάνωσης και ανάπτυξης της βιομηχανίας στο χώρο και απαιτείται να ληφθούν υπόψη, στο πλαίσιο π.χ. της αναθεώρησης του Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τη Βιομηχανία που βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ενδεικτικά, το Βιομηχανικό σχέδιο της Πράσινης Συμφωνίας για την εποχή των μηδενικών καθαρών εκπομπών (COM(2023)62 final), προβλέπει ειδικότερες πράξεις για την απλουστευμένη χωροθέτηση και αδειοδότηση σε «περιοχές προτεραιότητας» συγκεκριμένων βιομηχανικών τομέων που συμβάλλουν στην παραγωγή προϊόντων που είναι καίριας σημασίας για την επίτευξη των στόχων κλιματικής ουδετερότητας.
Επομένως, γίνεται κατανοητό ότι οι υποδοχείς θα διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην προσπάθεια πράσινης μετάβασης, μεταξύ άλλων λόγω και των πλεονεκτημάτων που συνεπάγεται η συνύπαρξη των επιχειρήσεων. Δεδομένων των πυκνών ρυθμιστικών εξελίξεων, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, θα απαιτηθεί συνέχιση των προσπαθειών υποστήριξης του θεσμού των Επιχειρηματικών Πάρκων Εξυγίανσης (ΕΠΕ) προκειμένου να διευκολυνθεί και να επιταχυνθεί ο μετασχηματισμός τους σε σύγχρονους οργανωμένους και λειτουργικούς υποδοχείς.
Μεταξύ άλλων απαιτούνται εκσυγχρονισμός των υφιστάμενων όρων και περιορισμών που διέπουν την υποδοχή νέων δραστηριοτήτων εντός των ΕΠΕ, απλουστευμένες και ταχύτερες διαδικασίες αδειοδότησης, εμπλουτισμός των κινήτρων για την αύξηση της ελκυστικότητας, καθώς και σταθερότητα στην εξασφάλιση πόρων και κατάλληλων μηχανισμών χρηματοδότησης για τα έργα υποδομής.